Σε μια έκτακτη νυκτερινή έξοδο, του ‘’Πλησίον’’, κατηφορίζω προς το κέντρο της Αθήνας, για να συναντήσω τους φίλους μας, που με τόση λαχτάρα περιμένουν μια ζεστή σοκολάτα για να ζεσταθούν και κανένα κουλούρι η κρουασάν για να ξεγελάσουν την πείνα τους.
Μέσα σε όλους πλησίασε και ένας Αφρικανός, πολύ ταλαιπωρημένος και πεινασμένος, για να πάρει και αυτός με την σειρά του, αυτά που προσφέρουμε συνήθως.
Αφού πήρε τη ζεστή σοκολάτα και το σταφιδόψωμο, τον ρώτησα πως τον λένε και εκείνος μου απάντησε ότι τον λένε Jeff και είναι από την Ρουάντα.
Το όνομα αυτό, εκτός ότι μου θύμισε κάποιον φίλο, μου θύμισε και κάτι που είχε συμβεί πριν μερικά χρόνια, μια παγωμένη νύχτα του Χειμώνα, όταν σε κάποια στάση λεωφορείου είχαμε συναντήσει πάλι έναν Αφρικανό, σε κωματώδη σχεδόν κατάσταση από την παγωνιά, ο οποίος δεν μπορούσε ούτε καν να μιλήσει και τον είχαμε βάλει στο αυτοκίνητο για να ζεσταθεί, ενώ ταυτόχρονα κατευθυνθήκαμε σε μία λέσχη φιλίας, όπου ο Δήμος Αθηναίων είχε ανοίξει εκείνες τις ημέρες λόγω ψύχους, για να φιλοξενήσει συνανθρώπους μας που είχαν πρόβλημα στέγασης.
Του θύμισα το περιστατικό και τον ρώτησα, αν ήταν αυτός ο ίδιος ή άλλος εκείνος που μαζέψαμε από το δρόμο, εκείνη τη νύχτα.
Εκείνη την ώρα, αστραπιαία κάτι έλαμψε μέσα του φωτίζοντας το πρόσωπο του, ενώ τα μάτια του πέταγαν φλόγες και γεμάτος έκπληξη ρώτησε:
Εσείς ήσασταν εκείνο το βράδυ, που με πήρατε με το αυτοκίνητο και με πήγατε σε εκείνο το σπίτι;
Αυτό ήταν το αυτοκίνητο που μπήκα;
Νομίζω, ήταν κάποιο άλλο, είπε κοιτάζοντας και πάλι το άσπρο φορτηγάκι.
Ναι, η αλήθεια δεν ήταν αυτό το φορτηγάκι που τον μετέφερε, αλλά το αυτοκίνητο ενός εθελοντή, που ακολουθούσε σε εκείνη την μεταμεσονύκτια εξόρμηση, στο κέντρο της Αθήνας.
Δεν μπορούσε να πιστέψει στα μάτια του, ότι είχε βρει και πάλι εκείνους, που κάποτε του έσωσαν τη ζωή, από βέβαιο θάνατο και τον οδήγησαν σε ένα ζεστό σπίτι όπου του προσφέρθηκε ζεστό φαγητό και ένα κρεβάτι για να κοιμηθεί.
Δόξα στο Θεό, ο Θεός είναι θαυμάσιος, άρχισε να μονολογεί ενώ ταυτόχρονα έπινε και τη ζεστή σοκολάτα που ζέσταινε τα σωθικά του.
Μετά από λίγο και αφού είπαμε αρκετά για να γνωριστούμε περισσότερο, μου ζήτησε, εάν έχουμε κάποιο μπουφάν γιατί κρύωνε τη νύχτα και κάποιο πουλόβερ για να φορέσει.
Αφού τα πήρε, διότι έλαχε να υπάρχουν στο φορτηγάκι του ‘’Πλησίον’’ αυτά τα ρούχα, τα φόρεσε και βάζοντας τα χέρια στις τσέπες, ξεφώνησε δυνατά σε όλη την πλατεία: ΑΛΛΗΛΟΥΙΑ!!!
Όλοι, γύρισαν να δουν τι έγινε και ο Jeff ευτυχισμένος, έδειχνε ένα δίευρω που βρήκε στη μία τσέπη του μπουφάν.
I am very happy, φώναζε, I am very happy, έλεγε και ξανάλεγε, ευχαριστώντας Θεό και ανθρώπους, για αυτή τη συνάντηση, που αν μήτι άλλο του άλλαξε τη διάθεση και την ψυχολογία, μεταμορφώνοντας τον από έναν απελπισμένο μετανάστη, σε έναν χαρούμενο άνθρωπο, που ένιωσε να τον αγγίζει απαλά η αγάπη του Θεού και των ανθρώπων, δίνοντας του ένα φιλί ζωής, μέσα στη μαύρη αντάρα της ζωής του.
Ξαφνικά, ο Jeff άρχισε να ψέλνει κάτι ύμνους στα Αγγλικά και φορτωμένος με τα πράγματα και ψέλνοντας, αναχώρησε για το ‘’σπίτι’’ του, κάπου εκεί, σε κάποια άκρη της πλατείας.
Η χαρά του, που ήταν απερίγραπτη, έγινε η δική μας χαρά και δύναμη να συνεχίσουμε την πορεία αυτή της προσφοράς αγάπης, προς όλους τους ανθρώπους, που τελικά διαπιστώνουμε ότι δεν πεινάνε μόνο για ψωμί και σοκολάτα, αλλά περισσότερο για αυτή την αγάπη και την φροντίδα, που ανασταίνει όλη μας την ύπαρξη.
Γράφει ο Π.Κ.
Υ.Γ. Πολλές φορές αναρωτήθηκα τι να κάνει αυτός ο άνθρωπος. Μέχρι που το σήμερα έλαβα αυτό το εμαιλ που περιγράφει περιστατικό που συνέβη χθες βράδυ.
Ψάχνοντας το website βρήκα αυτές τις δημοσιεύσεις για τον φίλο μας τον Jeff.
https://www.plision.gr/2012/01/odiporiko-sti-pagomeni-nikta-stin-ath/